Κυριακή τῆς Τυρινῆς

Τό θέατρο καί οἱ θεατρίνοι

«μή γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταί σκυθρωποί· ἀφανίζουσι γάρ τά πρόσωπα αὐτῶν…» (Ματθ. στ´, 16)

Ἐρχόμενος ὁ Κύριος στόν κόσμο βρῆκε μιά διεστραμμένη πνευματική κατάσταση. Ὅλη ἡ λατρεία τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου εἶχε μεταβληθῆ σ᾿ ἕνα δημόσιο θέαμα. Ἐκινεῖτο στήν περιφέρεια. Παντοῦ ὑπῆρχε ἡ ὑποκρισία. Ὁ ἄνθρωπος καί στήν πορεία του ἀκόμη πρός τόν Θεό ἦταν ἀνθρωποκεντρικός. Ἡ νηστεία, ἡ προσευχή, ἡ δικαιοσύνη ἦταν μέσα προβολῆς. Ἀντί ὁ ἄνθρωπος νά λατρεύη τόν Θεό, λάτρευε τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του. Προσπαθοῦσε νά φθάση στόν Θεό μέσα ἀπό τό ἐγώ του. Ἀγνοοῦσε ὅτι ἡ θέωση ἔρχεται διά τῆς μακαρίας ταπεινώσεως, διά τῆς μεταμορφώσεως τοῦ ἐγώ.

Ὁ Χριστός, θεραπεύοντας αὐτήν τήν νοσηρά πνευματική κατάσταση πού ἦταν δαιμονιώδης, τήν μετέθεσε ἀπό τήν περιφέρεια στό βάθος. Ὅλα πρέπει νά γίνωνται «ἐν τῶ κρυπτῷ». Θά ἐπιδιώξουμε νά μελετήσουμε λίγο τήν ὑποκρισία καί τούς ὑποκριτάς.

* * *

Ὑποκρισία εἶναι ἡ ἐπιτήδευση τῆς ἀρετῆς καί τῆς εὐσεβοῦς ζωῆς. Ἡ ἀνυπαρξία τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς, τῆς πραγματικῆς εὐσεβείας, ἐκδηλώνεται ἐξωτερικά, ὡς ὑπάρχουσα, μέ τά σχήματα τῆς εὐσεβείας. Γι᾿ αὐτό ἡ ὑποκρισία εἶναι ἕνα θέατρο χειρίστης μορφῆς καί οἱ ὑποκριτές εἶναι θεατρίνοι. Κατά περιστάσεις ὑποδύονται διαφόρους ρόλους «ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις» (Ματθ. στ´, 16).

Ἡ ὑποκρισία, κατά τούς Πατέρας, εἶναι προσποίηση τῆς φιλίας, μίσος κεκαλυμμένο σέ σχῆμα φιλίας, ἔχθρα πού ἐκδηλώνεται ὡς εὔνοια, φθόνος πού μιμεῖται τόν χαρακτήρα τῆς ἀγάπης. Ὑποκρισία εἶναι ὁ πλασματικός καί ὄχι πραγματικός βίος τῆς ἀρετῆς, ἡ προσποίηση τῆς δικαιοσύνης, ἡ ἀπάτη πού ἔχει τήν μόρφωση τῆς ἀληθείας (ἅγ. Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής).

Μέ ἄλλα λόγια ὅταν ἕνα πάθος ἐνδύεται τήν ἀντίστοιχη ἀρετή γιά νά «κυκλοφορήση» μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, αὐτό λέγεται ὑποκρισία. Αὐτή ἡ κατάσταση ἀφανίζει κυριολεκτικά τό πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος ἀπό πρόσωπο γίνεται προσωπεῖο. Καί, ὅπως τονίσαμε προηγουμένως, αὐτή ἡ φρικτή κατάσταση γίνεται στήν προσπάθεια νά προβληθῆ τό ἐγώ. Ἑπομένως, στήν πραγματικότητα, εἶναι λατρεία τοῦ ἐγώ πού καταντᾶ σέ καταδίκη τοῦ ἀνθρώπου.

* * *

Σωτήρια φάρμακα

Ὁ Χριστός δίνει μεγάλη βαρύτητα στήν ἀνεξικακία, γιατί ἀπό τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο συμπεριφερόμαστε στόν ἀδελφό, καθορίζουμε τόν τρόπο πού θέλουμε νά συμπεριφερθῆ σέ μᾶς ὁ Θεός.

Ἄς ἐξετάσουμε ὅμως τό θέμα τῆς συγχωρητικότητος τῶν παραπτωμάτων τῶν ἄλλων ἀπό τήν ἀρνητική πλευρά, δηλαδή ὄχι τί κερδίζει αὐτός πού συγχωρεῖ, ἀλλά τί χάνει αὐτός πού κρατᾶ τήν κακία τοῦ ἄλλου.

Χάνει τήν ἀπόκτηση ἑνός χαρίσματος. Δηλαδή, ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν ἀνήκει μόνον στόν Θεό. Ἀλλά διά τοῦ λόγου «ἐάν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν ἀφήσει καί ὁ Πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τά παραπτώματα ὑμῶν» (Ματθ. στ´, 14) γίνεται τρόπον τινά ὁ ἄνθρωπος κύριος τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν. Τό νά ἀποκτᾶ κανείς τήν δυνατότητα νά συγχωρῆ τά πταίσματα τοῦ ἄλλου καί νά λαμβάνη τήν δική του ἄφεση, πρόκειται γιά μεγάλο θεϊκό χάρισμα.

Αὐτός πού δέν συγχωρεῖ τόν συνάνθρωπό του δέν ἔχει κοινωνία μέ τόν Θεό. Ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη. Μᾶς ἀγαπᾶ, καίτοι ἐμεῖς εἴχαμε ἁμαρτήσει, ἀφοῦ ἔστειλε καί τόν Υἱό Του ὄχι γιά νά ἐξιλεωθῆ ὁ Ἴδιος, ἀλλά νά ἐξιλεώση τόν «ἀντάρτη» ἄνθρωπο. Ὁ Θεός εἶναι «οἰκτίρμων καί ἐλεήμων, μακρόθυμος καί πολυέλεος». Ἑπομένως αὐτός πού δέν συγχωρεῖ δέν μπορεῖ νά ἔχη κοινωνία μέ τόν Θεό τῆς ἀγάπης, δέν ἔχει τήν θεία Χάρη, καί σέ περίπτωση πού τήν δεχθῆ δέν μπορεῖ νά τήν συγκρατήση, γιατί ὁμοιάζει μέ μιά τρύπια δεξαμενή. Πέφτει νερό, ἀλλά χάνεται. Χωρίς τήν θεία Χάρη ἡ ψυχή εἶναι σκοτεινή καί νεκρά, ἀφοῦ ἡ θεία Χάρη εἶναι φῶς καί ζωή. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος πού κρατᾶ τό κακό πού τοῦ ἔκαναν, μοιάζει σάν τό δάσος κατά τήν διάρκεια τῆς νύκτας. Ἄγρια θηρία βρυχῶνται καί ἀπειλοῦν τούς πάντας.

Ὅσοι δέν συγχωροῦν τούς ἀδελφούς τους ὁμοιάζουν μέ τόν διάβολο, ἀφοῦ αὐτός εἶναι πνεῦμα μίσους, ὀργῆς, ἀνθρωποκτόνος. Ποτέ ὁ διάβολος δέν συγχωρεῖ, δέν μετανοεῖ. Ἔτσι, ὁ μνησίκακος μεταφέρει τό κακό καί γίνεται διάβολος γιά τούς ἄλλους, ἀφοῦ θέλει νά λέγη συνεχῶς ἐναντίον τους. Τό φοβερό εἶναι ὅτι κοιμόμαστε μέ τήν κακία μέσα μας. Ποιός κοιμᾶται τό βράδυ μέ ἕνα φίδι; Κι᾿ ὅμως ἐμεῖς κοιμόμαστε μέ τόν πονηρό, ὁλόκληρη τήν κόλαση.

Πρέπει νά συγχωροῦμε τούς ἀδελφούς μας καί νά ζητοῦμε συγγνώμη. Μέ τόν τρόπο αὐτό κάνουμε τόν Θεό νά μᾶς μιμῆται. Δηλαδή, συγχωρώντας τούς ἄλλους, μᾶς μιμεῖται ὁ Θεός καί συγχωρεῖ τά δικά μας ἁμαρτήματα. Ἄς κάνουμε μιά προσπάθεια καί ἄς καταβάλουμε ἕναν κόπο καί ὁ Θεός πολύ θά μᾶς εὐλογήση.

* * *

Ὁ Χριστιανισμός μοιάζει περισσότερο μέ τήν ἰατρική παρά μέ τήν φιλοσοφία καί τήν κοινωνική πρόνοια. Κι ἄν τυχόν παρουσιαζόταν ὁ Χριστιανισμός στόν αἰώνα μας, θά τόν καταλαβαίναμε περισσότερο σάν μιά ἰατρική ἐπιστήμη καί κυρίως ψυχιατρική πού θεραπεύει τά πάθη πού ὑπάρχουν μέσα μας, παρά ὡς φιλοσοφία, κοινωνική ὀργάνωση καί θρησκευτικό σωματεῖο.

Γι᾿ αὐτό, ζώντας σέ αὐτήν τήν ταραχώδη ἐποχή, τήν ὑπερφίαλο καί ἐγωϊστική πού σπάνια συναντᾶμε ὑπομονή, μακροθυμία καί ἀγάπη πρέπει νά ἐνδιαφερθοῦμε γιά τήν ἀπόκτηση αὐτῶν τῶν φαρμάκων, ὥστε νά θεραπευθοῦμε. Τότε ἡ ζωή θά ἀποκτήση ἕνα ἄλλο νόημα. Θά ξεπεράσουμε μερικές ἀνώμαλες ψυχικές καταστάσεις, θά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό πολλά τρομερά συμπλέγματα, πού εἶναι τρομερές ἀρρώστειες τῆς ἐποχῆς μας, πού μᾶς ὁδηγοῦν στόν αἰώνιο θάνατο.

ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο Ὅσοι Πιστοί

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καλάθι αγορών
elGreek