fbpx
therapeia ton tuflon

Κυριακή Ζ´ Ματθαίου, συκοφαντία-βλασφημία τῆς Ἐκκλησίας

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα

(Ματθ. θ´ 27-35)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳπαράγοντι ἐκεῖθεν τῷ Ἰησοῦ ἠκολούθησαν αὐτῷ δύο τυφλοὶ κράζοντες καὶ λέγοντες· Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυῒδ. Eλθόντι δὲ εἰς τὴν οἰκίαν προσῆλθον αὐτῷ οἱ τυφλοί, καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι; λέγουσιν αὐτῷ· Ναί, Κύριε. Τότε ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν λέγων· Κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν. Καὶ ἀνεῴχθησαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί· καὶ ἐνεβριμήσατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Ὁρᾶτε μηδεὶς γινωσκέτω. Οἱ δὲ ἐξελθόντες διεφήμισαν αὐτὸν ἐν ὅλῃ τῇ γῇ ἐκείνῃ. Αὐτῶν δὲ ἐξερχομένων ἰδοὺ προσήνεγκαν αὐτῷ ἄνθρωπον κωφὸν δαιμονιζόμενον· καὶ ἐκβληθέντος τοῦ δαιμονίου ἐλάλησεν ὁ κωφός. καὶ ἐθαύμασαν οἱ ὄχλοι λέγοντες, Οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ. Οἱ δὲ Φαρισαῖοι ἔλεγον· Ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια. Καὶ περιῆγεν ὁ Ἰησοῦς τὰς πόλεις πάσας καὶ τὰς κώμας, διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.

Συκοφαντία-Βλασφημία τῆς Ἐκκλησίας

«ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τά δαιμόνια» (Ματθ. θ´, 34)

Μέ τήν θεραπεία τῶν δύο τυφλῶν καί τοῦ κωφοῦ δαιμονιζομένου οἱ ὄχλοι «ἐθαύμασαν λέγοντες ὅτι οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ» (Ματθ. θ´, 33). Ἡ ἄμεση ὅμως ἀντίδραση τῶν Φαρισαίων στίς θεραπεῖες καί στήν γνώμη τοῦ λαοῦ δέν ἦταν νά ἀρνηθοῦν τά θαύματα, ἀλλά νά τά διαστρέψουν καί νά τά ἀποδώσουν στήν ἐνέργεια τῶν δαιμονίων, λέγοντες: «ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τά δαιμόνια» (Ματθ. θ´, 34). Πρόκειται γιά μιά βαρυτάτη μορφή συκοφαντίας πού καταλήγει σέ βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ ἑρμηνεία πού ἔδωσαν οἱ Φαρισαῖοι γιά τά θαύματα ἔδειξε τήν ψυχική τους ἀσθένεια. Ἀποκάλυψε τήν ὕπαρξη στήν καρδιά τους τοῦ πονηροῦ πνεύματος.

* * *

Στά Εὐαγγέλια ἐπανειλημμένα φαίνεται ἡ ἀντίδραση τῶν Φαρισαίων στό ἔργο τοῦ Χριστοῦ καί ὅτι πολλές φορές ἑρμήνευσαν ἔτσι τίς θεραπεῖες. Δέν τολμοῦσαν νά τίς ἀρνηθοῦν, ἀλλά τίς παρερμήνευαν ἐπιδιώκοντας νά ἀποπροσανατολίσουν τόν λαό, νά στρέψουν τήν προσοχή του ἀπό τόν Χριστό.

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος παρατηρεῖ: «Οὗ τε γένοιτο ἄν ἀνοητότερον;» δηλαδή μποροῦσε νά ὑπάρχη πιό ἀνόητη σκέψη ἀπό αὐτήν; Διότι ὁ Χριστός δέν ἔβγαζε μόνον δαιμόνια, ἀλλά καί θεράπευε τούς λεπρούς, ἤγειρε τούς νεκρούς, ἠρεμοῦσε τήν θάλασσα, συγχωροῦσε ἁμαρτήματα, κήρυττε τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὁδηγοῦσε στόν Πατέρα Του τούς ἀνθρώπους. Ἀκόμη, ἀγαποῦσε καί εὐεργετοῦσε τούς ἀνθρώπους, πράγμα πού δέν ἔκανε, οὔτε μπορεῖ νά κάνη ὁ διάβολος. Αὐτός διαιρεῖ, μισεῖ, ταράσσει τούς ἀνθρώπους. Ἔπειτα, βλέπουμε σέ ἄλλες περιπτώσεις τόν διάβολο, στήν συνάντηση μέ τόν Χριστό, νά φρίττη: «τί ἡμῖν καί σοί, Ἰησοῦ υἱέ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρό καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;» (Ματθ. η´, 29). Ἑπομένως βλέπουμε ὅτι οἱ Φαρισαῖοι εἶναι χειρότεροι καί ἀπό τούς δαίμονες, διότι ἐκεῖνοι ἀναγνωρίζουν τήν θεότητά Του, ἐνῶ οἱ Φαρισαῖοι τήν ἀρνοῦνται.

Ἡ διαγωγή τῶν Φαρισαίων συνεχίζεται στούς αἰῶνες. Ὁ Χριστός βλασφημεῖται συνεχῶς. Μέ αὐτό δέν ἐννοοῦμε μόνον τούς ὑβριστικούς λόγους πού μπορεῖ κανείς νά ἐκστομίση ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τήν ἄρνηση τῆς θεότητός Του. Ὑπάρχουν μερικοί πού πιστεύουν ὅτι ὁ Χριστός ἦταν ἕνας σοφός ἄνθρωπος, πού δίδαξε τούς ἀνθρώπους καί τούς ἔμαθε νά συμπεριφέρωνται σωστά καί κοινωνικά. Μιλοῦν γιά ἐξυπνάδα τοῦ Χριστοῦ ἤ γιά μεθόδους πού εἶχε κατορθώσει νά ἀνακαλύψη καί μέ αὐτές προσέφερε τό καλό στούς ἀνθρώπους. Ἡ ἄρνηση ὅμως τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ὑποβάθμισή Του στήν τάξη τῶν κτιστῶν, εἶναι ἡ μεγαλύτερη συκοφαντία, ἡ μεγαλύτερη βλασφημία ἐναντίον Του καί ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Χριστός θαυματουργοῦσε ὡς Θεάνθρωπος. Καί ὅταν δέν πιστεύουμε στήν Θεανδρικότητα τοῦ Χριστοῦ, τότε παύουμε νά εἴμαστε Χριστιανοί, πολίτες τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί γινόμαστε ὀπαδοί μιᾶς ἐπίγειας συναισθηματικῆς θρησκείας, πού ἱκανοποιεῖ τίς ψυχολογικές μας ἀνάγκες.

* * *

Ἐφ᾿ ὅσον πάντοτε συκοφαντεῖται ὁ Χριστός εἶναι ἑπόμενο νά συκοφαντῆται καί νά βλασφημῆται πάντα καί ἡ Ἐκκλησία. Πρέπει νά ὑπογραμμισθῆ ὅτι ἐφ᾿ ὅσον ἡ Ἐκκλησία εἶναι Σῶμα Χριστοῦ, μέσα στήν ὁποία ὑπάρχει τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού τήν ζωοποιεῖ, ὅ,τι λέγεται ἐναντίον της καταλήγει σέ βλασφημία ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία «οὐκ ἀφεθήσεται τοῖς ἀνθρώποις» (Ματθ. ιβ´, 31).

Δύο εἴδη συκοφαντίας θά ἀναφέρουμε. Τό ἕνα εἶναι ὅταν ἀμφισβητοῦνται τά χαρίσματα μέ τά ὁποῖα τό Ἅγιο Πνεῦμα χαριτώνει τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Ἑκάστῳ δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ πνεύματος πρός τό συμφέρον. ᾧ μέν γάρ, διά τοῦ πνεύματος δίδοται λόγος σοφίας, ἄλλῳ λόγος γνώσεως κατά τό αὐτό πνεῦμα, ἑτέρῳ δέ πίστις ἐν τῷ αὐτῷ πνεύματι, ἄλλῳ δέ χαρίσματα ἰαμάτων ἐν τῷ αὐτῷ πνεύματι, ἄλλῳ δέ ἐνεργήματα δυνάμεων, ἄλλῳ δέ Προφητεία· ἄλλῳ δέ διακρίσεις πνευμάτων» (Α´ Κορ. ιβ´, 7-10). Κάθε Χριστιανός ἔχει τό ἰδιαίτερο χάρισμα ἀνάλογα μέ τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, τήν πίστη καί τό συμφέρον, τόσο τοῦ ἴδιου ὅσο καί τῆς Ἐκκλησίας. Ὅποιος ἀρνεῖται τό χάρισμα ἑνός ἄλλου μέλους τῆς Ἐκκλησίας πέφτει στό ἁμάρτημα τῆς βλασφημίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό Ὁποῖο δίνει τό χάρισμα αὐτό.

Γενικότερα μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὅποιος περιφρονεῖ τήν ἡσυχαστική ζωή (μοναχισμό-νοερά προσευχή) ἤ ὅποιος ἀρνεῖται ὁποιαδήποτε ἄλλη διακονία πού γίνεται στήν Ἐκκλησία, (ποιμαντική δράση, ἱεραποστολή), αὐτός δείχνει ὅτι ζῆ μιά ἀποσπασματικότητα καί καταφέρεται ἐναντίον τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Εἶναι δίδαγμα ὅλων τῶν ἁγίων Πατέρων ὅτι ἡ ἀπολυτοποίηση τοῦ δικοῦ μας χαρίσματος, ἡ καθολικοποίηση τῆς δικῆς μας προσωπικῆς ἐμπειρίας καί ἡ προσπάθεια νά ἐπιβληθῆ ὡς καθολική, ὅταν συνοδεύεται καί ἀπό τήν περιφρόνηση τῆς πείρας ἤ τοῦ χαρίσματος τοῦ ἄλλου, εἶναι αἵρεση.

Ἄλλωστε, κατά τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ὑπάρχει μιά θαυμάσια σύζευξη μεταξύ τῆς θεωρίας καί τῆς πράξεως. Ὅπως τό μάτι δέν πρέπει νά περιφρονῆ τό πόδι καί ἀντιστρόφως, ἔτσι καί ἡ θεωρία δέν μπορεῖ νά περιφρονῆ τήν πράξη, οὔτε ἡ πράξη νά ἀρνῆται τήν θεωρία. Δυστυχῶς στό σημεῖο αὐτό γίνονται πολλά λάθη ἀπό φανατισμούς καί ἔτσι διασπᾶται ἡ ἐκκλησιαστική ἑνότητα.

Τό ἄλλο εἶδος τῆς βλασφημίας εἶναι ὅτι οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι συκοφαντοῦν διαρκῶς τό ἔργο πού κάνει ἡ Ἐκκλησία. Δέν ὑπάρχει κάτι πού νά τό θεωροῦν σωστό. Σέ ὅλα ἔχουν νά προσφέρουν ἀντίλογο. Τά πάντα τά διαστρεβλώνουν. Τήν θεωροῦν μιά ἀνθρώπινη ὀργάνωση καί αὐτούς ἀκόμη τούς ἱερούς Κανόνες «ἐντάλματα ἀνθρώπων». Τήν θεωροῦν κοινωνική ὀργάνωση πού πρέπει νά καταναλίσκεται σέ κοινωνική ἐργασία. Ἔτσι, ἄλλοτε τήν κατηγοροῦν ὅτι δέν κάνει κοινωνικό ἔργο, δίνοντες στήν λέξη «κοινωνικό» μιά ἀπνευμάτιστη ἔννοια, ἄλλοτε ἀμφισβητοῦν τό δικαίωμα νά ἀσχολῆται μέ κοινωνικά ἔργα. Αὐτό γίνεται σέ πολλές περιπτώσεις. Ἐπίσης, ἄλλοι ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ σύγχρονη Ἐκκλησία ἔχασε τήν ἀρχαία αἴγλη της.

Παρά ταῦτα ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Καί ὅπως ἡ φωτιά χωρίς νά ἀλλοιώνη τό σίδηρο τό κάνει νά λάμπη, ἔτσι καί ἡ Ἐκκλησία λάμπει ἀπό τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ. Τό ὅτι δέν μποροῦμε νά δοῦμε τήν δόξα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι γιατί δέν ἔχουμε καθαρότητα. Εἴμαστε «δαιμονισμένοι» καί βλέπουμε παντοῦ δαιμόνια. Οἱ «ἀλειτούργητοι» διαρκῶς μιλοῦν καί συκοφαντοῦν, ἐνῶ οἱ λειτουργημένοι, οἱ ἐκκλησιαστικοποιημένοι αἰσθάνονται τήν Ἐκκλησία ὡς «κόσμο τοῦ κόσμου», ὡς «τήν πνευματική ἐλεημοσύνη τῆς ἀνθρωπότητος».

* * *

Οἱ κακοί γεωργοί τῆς γνωστῆς παραβολῆς τοῦ ἀμπελῶνος (Ματθ. κα´, 33-44), ἀφοῦ ἐφόνευσαν τούς δούλους τοῦ κυρίου τοῦ ἀμπελώνα, τελικά ἐφόνευσαν καί τόν κληρονόμο. Αὐτό ὅμως εἶχε σάν συνέπεια νά χάσουν τήν ἐμπιστοσύνη τοῦ Κυρίου καί νά τιμωρηθοῦν. Ἡ περίπτωση αὐτή παρουσιάζει τήν διαγωγή τῶν Ἑβραίων πού φόνευσαν τούς Προφήτας καί τελικά σταύρωσαν τόν Χριστό, μέ ἀποτέλεσμα νά χάσουν τήν υἱοθεσία.

Ὅμως καί σήμερα πολλοί ἄνθρωποι ἀκολουθοῦν τήν διαγωγή τῶν Ἰουδαίων. Φονεύουν τούς Προφήτας τῆς Καινῆς Διαθήκης, πού εἶναι οἱ ἅγιοι. Τούς καταδιώκουν καί τούς συκοφαντοῦν. Ἐνίοτε τούς στεροῦν τήν ζωή. Ἐπίσης, κατηγοροῦν καί καταδιώκουν τόν Χριστό, ἄλλοτε δείχνοντας ἀδιαφορία, ἄλλοτε βλασφημώντας τό ἅγιο Ὄνομά Του, ἄλλοτε ἀρνούμενοι τήν σωτηρία πού προσφέρει, ἄλλοτε ἀμφισβητώντας τήν μοναδικότητά Του κλπ. Καί ὅταν λέμε ὅτι καταδιώκουν καί προσπαθοῦν νά φονεύσουν τούς Προφήτας τῆς Καινῆς Διαθήκης, δηλαδή τούς ἁγίους, καί τόν Χριστό, ἐννοοῦμε ὅτι καταδιώκουν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Διότι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ Νυμφίος Χριστός, ἡ Μητέρα τοῦ Νυμφίου (ἡ Παναγία) καί οἱ φίλοι τοῦ Νυμφίου, πού εἶναι οἱ ἅγιοι.

Ἑπομένως, πολεμώντας οἱ ἄνθρωποι τόν Χριστό καί τούς ἁγίους, πολεμοῦν τήν Ἐκκλησία καί πολεμώντας τήν Ἐκκλησία, πολεμοῦν τόν Ἴδιο τόν Χριστό. Διότι δέν εἶναι ἄλλο ὁ Χριστός καί ἄλλο ἡ Ἐκκλησία. Δέν μποροῦμε ἀκόμη, ὅπως δυστυχῶς κάνουν πολλοί, νά ἀναζητοῦμε τόν Χριστό ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἄρα οἱ πολέμιοι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πολέμιοι τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό φαίνεται στήν περίπτωση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Πρίν γίνη Χριστιανός πήγαινε στήν Δαμασκό γιά νά συλλάβη τούς Χριστιανούς. Στόν δρόμο ἐμφανίστηκε ὁ Χριστός καί τοῦ εἶπε: «Σαούλ, Σαούλ τί με διώκεις;» (Πράξ. θ´, 4). Ἐνῶ φαινόταν ὅτι ἐδίωκε τούς Χριστιανούς, στήν πραγματικότητα ἐδίωκε τόν Ἴδιο τόν Χριστό.

Ὅσοι ὅμως πολεμοῦν τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία, πρέπει νά ξέρουν ὅτι δέν θά μπορέσουν νά κάνουν τίποτε, δέν θά τούς φονεύσουν, ἀλλά θά φονευθοῦν οἱ ἴδιοι. Θά χάσουν τήν ζωή καί τό φῶς. Θά μείνουν χωρίς ἀγάπη πού εἶναι ὁ Χριστός, χωρίς εἰρήνη πού εἶναι ὁ Χριστός, χωρίς ζωή πού εἶναι ὁ Χριστός. Θά γίνουν ἔτσι νεκροί. Μπορεῖ νά μιλᾶνε γιά ἀνθρωπισμό, ἀλλά χωρίς Χριστό δέν εἶναι ἄνθρωποι, γιατί πραγματικός ἄνθρωπος εἶναι μόνον ἐκεῖνος πού εἶναι ἑνωμένος μέ τόν Θεάνθρωπο. Μπορεῖ νά μιλᾶνε γιά εἰρήνη, ἀλλά χωρίς Χριστό δέν ἔχουν πραγματική εἰρήνη, ἀφοῦ ἡ πραγματική εἰρήνη δέν εἶναι ἡ ἀπουσία τοῦ πολέμου καί δέν ταυτίζεται μέ τήν ἐξωτερική ἡσυχία, ἀλλά ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ καί ταυτίζεται μέ τήν ἐσωτερική γαλήνη.

Ποτέ νά μή καταλήξουμε σέ αὐτήν τήν κατάσταση νά προσπαθοῦμε νά φονεύσουμε τόν ἑαυτό μας καί νά τοῦ στερήσουμε τό Φῶς καί τήν Ζωή, στήν ἀνοησία μας νά πολεμήσουμε τόν Χριστό καί τό εὐλογημένο Σῶμα Του, πού εἶναι οἱ ἅγιοι.

* * *

Οἱ συνέπειες τῆς ἀρνήσεως τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ἁγιότητος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι φοβερές. Ἡ μία εἶναι ὅτι ἀρνούμαστε τήν Χάρη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ συνεχής δέ ἄρνηση τῆς Χάριτος μᾶς πωρώνει, μᾶς νεκρώνει μέ αἰώνιες συνέπειες. Ἀποκτοῦμε ἐθισμό στήν ἄρνηση καί αὐτό συνιστᾶ τόν πνευματικό θάνατο. Ἡ ἄλλη εἶναι ὅτι δημιουργεῖται μιά ἐσωτερική διαστροφή. Ὁ ἄνθρωπος βλέπει παντοῦ δαιμονισμένους. Θεωρεῖ ὅτι οἱ ἄλλοι εἶναι ἡ κόλασή του. Ἐνῶ ἡ Ὀρθοδοξία διδάσκει ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε ἡ κόλαση τῶν ἄλλων καί μποροῦμε νά γίνουμε ὁ Παράδεισός τους.

Νά διώξουμε τήν πονηρία. Νά γίνουμε ἁπλοί. Ἡ ἁπλότητα πού εἶναι συνδεδεμένη μέ τήν ταπείνωση θά μᾶς λυτρώση ἀπό τήν βάσανο τῆς συκοφαντίας καί βλασφημίας.

ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο Ὅσοι Πιστοί

Πηγή :https://www.pelagia.org/

Shopping Cart
en_GBEnglish